8 Μαΐου 2005
Την Κυριακή, στις 8 Μαΐου 2005, στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης, ομίλησε ο π. Μωυσής από τη Σκήτη της Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, με θέμα: "Διδάγματα από τη ζωή και το έργο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού".
Ο Πρόεδρος του Συλλόγου μας, κ. Γεώργιος Κρασανάκης, προλόγισε τον Γέροντα ως εξής:
Τό 1453 ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη, "Ἑάλω ἡ Πόλις", ἦλθε τό τέλος τῆς Ῥωμανίας, που ήταν Ἑλληνική καί Ορθόδοξη Χριστιανική. Τό κράτος ἔπεσε, ἀλλά τό Ἔθνος ἔμεινε, ἡ Ἐκκλησία παρέμεινε. "Ἡ Ῥωμανία κι ἄν πέρασεν ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλα..." κατά τόν λαϊκό ποιητή.
Ἡ Ἐκκλησία συνεχισε νὰ ἀποτελεῖ δύναμη, τή μόνη ἴσως δύναμη, που στήριξε τό υπόδουλο Γένος, ὅταν ὅλα "τάσκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλαβιά". Χωρίς αὐτήν ὁ εκτουρκισμός καί ὁ εκμουσουλμανισμός θα ήταν ἀναπόφευκτος. Ἡ Ἐκκλησία ἔσωσε ὅτι μπόρεσε νὰ περισώσει μέσα σἔνα κλίμα περιφρόνησης, καταπίεσης, αμάθειας καί σκλαβιάς. Ἄν καί ἡ ἴδια ήταν αιχμάλωτη, "ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσία" κατά τόν Stiven Runcimann, ήταν ἡ έκφραση τῆς ἐθνικῆς συνείδησης καί ὁ φορέας ἑνός πνεύματος ελεύθερης δουλείας. Τήν δύναμη αὐτή, που δεν μπορεί νὰ συλλάβει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, δεν αντλούσε τόσο ἀπό τά προνόμια που τῆς δόθηκαν, ἀλλά κυρίως ἀπό τό ίδιο τό σῶμα της, ἀπό τή χάρη του Θεοῦ, ἀπό τή λατρευτική ζωή της, ἀπό τό φωτισμένο κήρυγμα τῶν ἐγγραμμάτων ἱερέων καί μοναχῶν. Οἱ τελευταῖοι, ταπεινοί διάδοχοι τῶν ὑποδούλων, αναδείχθηκαν σε διδασκάλους του Γένους, που με τις ομιλίες τους για τήν ἐπιστροφή στην πίστη τῶν πατέρων έτρεφαν καί τήν αναστάσιμη ἐλπίδα. Σ' αὐτούς ἀνήκει καί ὁ ἅγιος Κοσμάς ὁ Αἰτωλός, ὁ Πατροκοσμάς, ὁ ἀπόστολος του σκλαβωμένου Γένους, ὁ μεγάλος Δάσκαλος, ὁ φλογερός φωτιστής του ὑποδούλου Ἑλληνισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε αναγεννητικό έργο καθαρά ορθόδοξο, τό οποίο τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 18οὐ αἰῶνα, στήν ἐποχή του λεγόμενου Διαφωτισμοῦ, τόν ὁποῖον χαρακτηρίζει ἔνας πνευματικός καί κοινωνικός ριζοσπαστισμός με χρῶμα ευρωπαϊκό καί ἑλληνορθόδοξο. Ὁ ἀπόστολος αὐτός τοῦ σκλαβωμένου Γένους, ἀφοῦ ἔζησε ἐπί 17 ἔτη στο Ἅγιον Ὄρος, στήν Ἱερά Μονή του Φιλοθέου, βίον ασκητικό καί αὐστηρά πνευματικό, κλαίοντας καθημερινά όχι τόσο γιά τις ἁμαρτίες του, όσο γιά τά δεινά τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων, αποφάσισε νὰ βγεί στον κόσμο, νὰ διδάξει καί νὰ τονώσει, νὰ ἐμπνεύσει καί νὰ ὑπομνήσει στον λαό του Θεοῦ τι εἶχε, τί έχασε, τι ἔχει, τί του πρέπει. Μέ ἐφόδια τή μόρφωση που εἶχε, τή θεολογική κατάρτιση που ἔλαβε στην Αθωνιάδα Σχολή, τό θάρρος καί προπάντων τήν πίστη στόν Ἀναστάντα Χριστό, "ὡς ἐπιστήμων καί τῶν θείων γραφῶν ἔμπειρος", ὁ ἄγνωστος καί περιφρονημένος αὐτός ἁγιορείτης μοναχός τολμᾷ τά δύσκολα. Τό έργο έγινε, γιατί τό ἀνέλαβε ὁ ἁγιότερος ἅγιος τοῦ Γένους μετά τήν Άλωση, ὁ ἐνάρετος, ὁ ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου. Καί οἱ διδαχές του σφράγισαν τήν ἱστορία τοῦ Ἔθνους. Ὅσα δίδασκε ήταν ἁπλά, σεμνά, γνήσια, γι' αὐτό περνούσαν ἀμέσως στίς ψυχές τῶν ὑποδούλων. Τούς μιλούσε γιά Χριστό, Παιδεία, μόρφωση καί προκοπή. Καί ἐνῶ δίδασκε, παρακαλούσε τόν Θεό νὰ τόν ἐνισχύει. Ἐπί 20 ὁλόκληρα ἔτη (1760-1779), δηλαδή σέ ἡλικία 46-65 ἐτῶν, όργωσε κυριολεκτικά πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος. Ἀπό τό έργο του δέν ωφελήθηκαν μόνο οἱ ὑπόδουλοι ἀλλά καί οἱ μεταγενέστεροι. Με τήν εὐλογία τού ἀγίου Κοσμά βρίσκεται απόψε κοντά μας ὁ σεβαστός καί ἀγαπητός μας ἁγιορείτης Γέροντας Μωυσής, ὁ ὁποῖος θά μᾶς ὁμιλήσει γιά τά διδάγματα πού πηγάζουν ἀπό τή ζωή καί τό έργο τοῦ ἀγίου αὐτοῦ. Ὅσα θά μᾶς ἀναπτύξει, θά μᾶς βοηθήσουν νά κατανοήσουμε τά δογματικά, ἠθικά καί κοινωνικά μηνύματα πού απορρέουν ἀπό τή ζωή καί τό έργο τοῦ Πατροκοσμά, τοῦ φλογεροῦ ἁγιορείτῃ μοναχοῦ, στόν ὁποίο ὡς ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ὀφείλομε πολλά. Ἡ εκδήλωση μας αὐτή ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου μας κ. Τιμοθέου. Ἐκ μέρους τοῦ Συλλόγου "Φίλοι τοῦ Ἀγίου Ὄρους" Ἡρακλείου, εὐχαριστῶ τόν π. Μωυσή καί τοῦ δίδω τόν λόγον.
Ο Πρόεδρος του Συλλόγου μας, κ. Γεώργιος Κρασανάκης, προλόγισε τον Γέροντα ως εξής:
Τό 1453 ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη, "Ἑάλω ἡ Πόλις", ἦλθε τό τέλος τῆς Ῥωμανίας, που ήταν Ἑλληνική καί Ορθόδοξη Χριστιανική. Τό κράτος ἔπεσε, ἀλλά τό Ἔθνος ἔμεινε, ἡ Ἐκκλησία παρέμεινε. "Ἡ Ῥωμανία κι ἄν πέρασεν ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλα..." κατά τόν λαϊκό ποιητή.
Ἡ Ἐκκλησία συνεχισε νὰ ἀποτελεῖ δύναμη, τή μόνη ἴσως δύναμη, που στήριξε τό υπόδουλο Γένος, ὅταν ὅλα "τάσκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλαβιά". Χωρίς αὐτήν ὁ εκτουρκισμός καί ὁ εκμουσουλμανισμός θα ήταν ἀναπόφευκτος. Ἡ Ἐκκλησία ἔσωσε ὅτι μπόρεσε νὰ περισώσει μέσα σἔνα κλίμα περιφρόνησης, καταπίεσης, αμάθειας καί σκλαβιάς. Ἄν καί ἡ ἴδια ήταν αιχμάλωτη, "ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσία" κατά τόν Stiven Runcimann, ήταν ἡ έκφραση τῆς ἐθνικῆς συνείδησης καί ὁ φορέας ἑνός πνεύματος ελεύθερης δουλείας. Τήν δύναμη αὐτή, που δεν μπορεί νὰ συλλάβει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, δεν αντλούσε τόσο ἀπό τά προνόμια που τῆς δόθηκαν, ἀλλά κυρίως ἀπό τό ίδιο τό σῶμα της, ἀπό τή χάρη του Θεοῦ, ἀπό τή λατρευτική ζωή της, ἀπό τό φωτισμένο κήρυγμα τῶν ἐγγραμμάτων ἱερέων καί μοναχῶν. Οἱ τελευταῖοι, ταπεινοί διάδοχοι τῶν ὑποδούλων, αναδείχθηκαν σε διδασκάλους του Γένους, που με τις ομιλίες τους για τήν ἐπιστροφή στην πίστη τῶν πατέρων έτρεφαν καί τήν αναστάσιμη ἐλπίδα. Σ' αὐτούς ἀνήκει καί ὁ ἅγιος Κοσμάς ὁ Αἰτωλός, ὁ Πατροκοσμάς, ὁ ἀπόστολος του σκλαβωμένου Γένους, ὁ μεγάλος Δάσκαλος, ὁ φλογερός φωτιστής του ὑποδούλου Ἑλληνισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε αναγεννητικό έργο καθαρά ορθόδοξο, τό οποίο τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 18οὐ αἰῶνα, στήν ἐποχή του λεγόμενου Διαφωτισμοῦ, τόν ὁποῖον χαρακτηρίζει ἔνας πνευματικός καί κοινωνικός ριζοσπαστισμός με χρῶμα ευρωπαϊκό καί ἑλληνορθόδοξο. Ὁ ἀπόστολος αὐτός τοῦ σκλαβωμένου Γένους, ἀφοῦ ἔζησε ἐπί 17 ἔτη στο Ἅγιον Ὄρος, στήν Ἱερά Μονή του Φιλοθέου, βίον ασκητικό καί αὐστηρά πνευματικό, κλαίοντας καθημερινά όχι τόσο γιά τις ἁμαρτίες του, όσο γιά τά δεινά τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων, αποφάσισε νὰ βγεί στον κόσμο, νὰ διδάξει καί νὰ τονώσει, νὰ ἐμπνεύσει καί νὰ ὑπομνήσει στον λαό του Θεοῦ τι εἶχε, τί έχασε, τι ἔχει, τί του πρέπει. Μέ ἐφόδια τή μόρφωση που εἶχε, τή θεολογική κατάρτιση που ἔλαβε στην Αθωνιάδα Σχολή, τό θάρρος καί προπάντων τήν πίστη στόν Ἀναστάντα Χριστό, "ὡς ἐπιστήμων καί τῶν θείων γραφῶν ἔμπειρος", ὁ ἄγνωστος καί περιφρονημένος αὐτός ἁγιορείτης μοναχός τολμᾷ τά δύσκολα. Τό έργο έγινε, γιατί τό ἀνέλαβε ὁ ἁγιότερος ἅγιος τοῦ Γένους μετά τήν Άλωση, ὁ ἐνάρετος, ὁ ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου. Καί οἱ διδαχές του σφράγισαν τήν ἱστορία τοῦ Ἔθνους. Ὅσα δίδασκε ήταν ἁπλά, σεμνά, γνήσια, γι' αὐτό περνούσαν ἀμέσως στίς ψυχές τῶν ὑποδούλων. Τούς μιλούσε γιά Χριστό, Παιδεία, μόρφωση καί προκοπή. Καί ἐνῶ δίδασκε, παρακαλούσε τόν Θεό νὰ τόν ἐνισχύει. Ἐπί 20 ὁλόκληρα ἔτη (1760-1779), δηλαδή σέ ἡλικία 46-65 ἐτῶν, όργωσε κυριολεκτικά πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος. Ἀπό τό έργο του δέν ωφελήθηκαν μόνο οἱ ὑπόδουλοι ἀλλά καί οἱ μεταγενέστεροι. Με τήν εὐλογία τού ἀγίου Κοσμά βρίσκεται απόψε κοντά μας ὁ σεβαστός καί ἀγαπητός μας ἁγιορείτης Γέροντας Μωυσής, ὁ ὁποῖος θά μᾶς ὁμιλήσει γιά τά διδάγματα πού πηγάζουν ἀπό τή ζωή καί τό έργο τοῦ ἀγίου αὐτοῦ. Ὅσα θά μᾶς ἀναπτύξει, θά μᾶς βοηθήσουν νά κατανοήσουμε τά δογματικά, ἠθικά καί κοινωνικά μηνύματα πού απορρέουν ἀπό τή ζωή καί τό έργο τοῦ Πατροκοσμά, τοῦ φλογεροῦ ἁγιορείτῃ μοναχοῦ, στόν ὁποίο ὡς ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ὀφείλομε πολλά. Ἡ εκδήλωση μας αὐτή ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου μας κ. Τιμοθέου. Ἐκ μέρους τοῦ Συλλόγου "Φίλοι τοῦ Ἀγίου Ὄρους" Ἡρακλείου, εὐχαριστῶ τόν π. Μωυσή καί τοῦ δίδω τόν λόγον.